Κάποτε συμμετείχα σε μια ομάδα αυτογνωσίας όπου υπήρχε -όπως εκ των υστέρων κατάλαβα- έλλειψη κατανόησης του τι πραγματικά αρχίζει να συμβαίνει όταν ανακαλύπτεις τα επιμέρους στοιχεία του εαυτού σου.
Για παράδειγμα, έπαιρναν την ακόλουθη οδηγία: Να παρατηρείς τον εαυτό σου για να ανακαλύψεις -εν τέλει- πως δεν είσαι τίποτα, πως δεν έχεις πραγματικά κάποιο έλεγχο σε τίποτα, πως κινείσαι μηχανικά και λειτουργείς μηχανικά μέσα από αναμνήσεις και επιθυμίες. Να δεις δηλαδή πραγματικά τι είσαι.
Όλα αυτά ήταν γραμμένα σε βιβλία σαν οδηγίες ή πληροφορίες αλλά επειδή έχουμε την τάση οι άνθρωποι να παίρνουμε κυριολεκτικά ένα κείμενο, δεν ερευνούμε την πληροφορία του κειμένου. Το υιοθετούμε συνήθως. Γιατί; Γιατί είναι πιο εύκολο να κάνεις κάτι ευαγγέλιο ή να θεοποιήσουμε κάποιο άτομο, από το να κάτσουμε να ερευνήσουμε και να δούμε οι ίδιοι. Δεν είναι κατακριτέο. Έτσι μεγαλώνουμε να είμαστε. Παθητικοί και όχι ερευνητές. Αλλά αυτό είναι για άλλο άρθρο.
Οπότε έπαιρναν την προσέγγιση αυτή της εσωτερικής έρευνας, κυριολεκτικά. Δηλαδή, στόχευαν να βρουν πως «δεν είναι τίποτα», πόσο χάλια ήταν, τι μη έλεγχο είχαν, κλπ. Με το αποτέλεσμα δηλαδή τυπωμένο ήδη στον εγκέφαλο.
Αυτό που συζητιόταν με βάση αυτή την έρευνα στις επιμέρους συναντήσεις ήταν ένας «διαγωνισμός» ποιος θα εκφραστεί καλύτερα (δηλαδή χειρότερα) και περισσότερο γύρω από το «δεν έχω κανέναν έλεγχο», δεν «είμαι τίποτα», κλπ. Όλο αυτό με αρκετή δόση μιζέριας.
Δηλαδή τα άτομα που μιλούσαν φαινόταν σαν να ήταν στα όρια της κατάθλιψης ή έστω της αυτολύπησης. Και δώσε του κάθε φορά το ίδιο «τροπάριο». Σαν να ένιωθε περήφανος ο ομιλητής που μιλούσε πλήρως απαξιωτικά για την ύπαρξή του. Και όλο αυτό μέσα σε ένα «περιβάλλον συγκέντρωσης».
Και εδώ είναι η παρανόηση.
Η αυτογνωσία δεν σε ρίχνει στην αυτολύπηση ή στην κατάθλιψη. Το ακριβώς αντίθετο. Μόλις πραγματικά δεις πως όλα είναι ένα κατασκεύασμα γύρω σου, πως τα πάντα είναι επίκτητα και μέρος της προβολής του συλλογικού ασυνείδητου, πως οι επιθυμίες σου στην πραγματικότητα δεν έχουν καμία υπόσταση, τότε (αρχίζεις να) απελευθερώνεσαι.
Εάν το συνειδητοποιήσεις βαθιά (όχι σαν λογικό συμπέρασμα) περνάς από το ένα σημείο στο άλλο. Εκεί ακριβώς έρχεται μία βαθιά συνειδητοποίηση πως παρελθόν και μέλλον δεν είναι τίποτα παραπάνω από φόβους και επιθυμίες που πατάνε επάνω σε σκέψεις.
Κατανοείς τη φύση του φόβου και τη φύση της επιθυμίας. Αυτά δηλαδή που σε τραβάνε με ένα σχοινί από τη μια και ένα από την άλλη και δεν είσαι ποτέ στο παρόν.
Υπάρχει εκεί ένα σημείο υπέρβασης με αυτή τη συνειδητοποίηση που το νιώθεις να κάνει μπαμ μέσα σου. Ένα σημείο απελευθέρωσης και -θα τολμήσω να πω- ευδαιμονίας.
Δεν είναι ένα σημείο αυτολύπησης η αυτογνωσία. Ούτε διαγωνισμού ποιος θα «πέσει περισσότερο στα πατώματα και ποιος την έχει μεγαλύτερη την ταπεινότητα» Η αυτολύπηση και οι αρνητικές σκέψεις είναι του εγωισμού στοιχεία και είναι όλα ψέματα. Αλλά πρέπει να το δεις και να το νιώσεις για να κάνει το κλικ. Η προσωπικότητα θα σε ξεγελάσει. Κάνει τρίπλες. Σε “βοηθάει” να νιώσεις δύναμη κρατώντας σε μέσα στις αρνητικές σκέψεις. Είναι και αυτό ένα στάδιο μεν, αλλά όχι το τέρμα.
Όταν πραγματικά δεις, τότε ξέρεις πως δεν υπάρχει τίποτα πραγματικά που να έχει υπόσταση για λύπηση και σίγουρα δεν υπάρχει αυτολύπηση μια που δεν υπάρχει “κάποιος” να λυπάται “κάποιον”.
Ατάκες ή σκέψεις λοιπόν του τύπου «είμαι ένα ταπεινό σκουλήκι» ανήκουν στον εγωισμό και σε συγκαλυμμένη περηφάνεια.
Προσποιούμαστε δηλαδή μέσα σε ένα διαγωνισμό «ταπεινότητας». Απλά επειδή δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι πραγματικά συμβαίνει με αυτή την έρευνα.
Κολλάμε στην αυτολύπηση και στις αρνητικές σκέψεις. Δηλαδή σε ένα ψέμα.
Η αυτογνωσία θα μας περάσει από φάσεις στενοχώριας μόνο επειδή καθώς η πληροφορία του τι είμαστε γίνεται αντιληπτή, η προσωπικότητά που έχουμε χτίσει δεν είναι έτοιμη να δεχτεί «τη φάπα» αυτή. «Προσβάλλεται ο εγωισμός» και υπάρχει αντίσταση. Δηλαδή προσβάλλεται το τίποτα και προσπαθεί να κρατηθεί “ζωντανό”… Το τίποτα…
Το θέμα είναι να μην κολλήσουμε στην αυτολύπηση για τους λόγους που ανέφερα. Ο θησαυρός είναι παρακάτω.
Η διαδικασία αυτή οδηγεί κάπου όμως. Οδηγεί πάντα σε (τουλάχιστον) χαρά γιατί μόλις δούμε το ψέμα, την πλάνη, το τίποτα, τότε μοιάζει να μην έχουμε τίποτα να φοβηθούμε και τίποτα να επιθυμούμε.
Και εκεί γίνεται κάτι άλλο 😉
Που αλλάζει τον τρόπο που εργάζεσαι, που σχετίζεσαι, που συνδέεσαι.